Monday, July 14, 2025

Τεχνητή νοημοσύνη κι ανθρώπινη εξηλιθίωση

Πώς μπορείς να πείσεις ένα παιδί ότι είναι για το καλό του να μελετάει και να εξασκείται στο σχολείο; Ποιο επιχείρημα μπορεί να υπερνικήσει το καλώς ελκυστικότερο παιχνίδι; Ή πώς να το κινητοποιήσεις να κοπιάσει για την εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου, μιας ξένης γλώσσας ή την εξάσκηση σε ένα άθλημα;

Αδυνατώ να σκαρφιστώ άλλο πειστικό επιχείρημα από το να διδάσκεται με τρόπο παιχνιδιάρικο. Ή να το εμπνεύσεις μέσα από επιτυχημένα πρότυπα. Κι αν δεν πρόκειται για πειστεί έτσι, τότε δε μένει παρά να ακολουθήσει τη συμβουλή του γονέα ή κηδεμόνα που δίνεται με γνώμονα το καλύτερο δυνατό για το μέλλον του. Όσο κι αν αυτός ο τρόπος δεν ικανοποιεί μάλλον ούτε τη μια ούτε την άλλη πλευρά... Η άνιση πίεση σίγουρα δεν ωφελεί και στο τέλος, όπως πάντα, ο καθένας θα πάρει αυτό που του αξίζει.



Είναι τα σημερινά παιδιά μήπως πολύ καλομαθημένα; Γεγονός είναι ότι μεγαλώνουμε τα μέλη της αυριανής κοινωνίας, τουλάχιστον στη Δύση όπου επικρατούν κατά κόρον ειρηνικές συνθήκες διαβίωσης και πληθώρας αγαθών, έτσι που τους είναι συνήθως ξένο να μοχθήσουν, να κοπιάσουν, να κουραστούν για κάποιο στόχο. Μόνιμη επωδός της εποχής μοιάζει να είναι: «Μη ζοριστεί το παιδί!» Όταν δε ο δάσκαλος στο σχολείο, ο κατ΄ εξοχήν παιδαγωγός, εκφράσει κάτι εναντίον των επιδόσεων του παιδιού ή το κρίνει σχετικά, τότε οι μοντέρνες μέθοδοι μιλούν για διδακτική ανεπάρκεια και αναζητούν προς αυτή την κατεύθυνση τις ευθύνες για αυτό το θράσος από μέρος του δασκάλου!

Φταίνε άραγε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπου έχουμε εθιστεί στην ταχύτητα και την ευκολία; Όπου εντέχνως αποκρύπτεται τι κόποι απαιτούνται για την απόκτηση των όποιων αγαθών, κατά το ρητό που μαθαίναμε εμείς κάποτε στο σχολείο; Τα τεχνολογικά μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας σίγουρα έχουν κάνει τη ζωή μας πιο εύκολη, αλλά σε τι αντανακλαστικά εθίζονται οι νέοι άνθρωποι όταν μαθαίνουν να έχουν ό,τι θέλουν με το πάτημα ενός κουμπιού;

Κανείς δε λέει να απαρνηθούμε τις ανέσεις της εποχής μας και να γυρίσουμε στις σπηλιές, αλλά όταν σου είναι τόσο ξένο το γεγονός ότι πολλές φορές σε αυτή τη ζωή τα πράγματα δε δουλεύουν έτσι αυτόματα παρά χρειάζεται προσπάθεια κι επιμονή, δε θα πελαγώσεις με την πρώτη; Δεν πρόκειται κατ΄ αναλογία με τη εξάσκηση του σώματος που αν λείπει, το τελευταίο ατονεί και οι μύες χαλαρώνουν, ανέτοιμοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αν χρειαστεί;

Αυτή ακριβώς η μεταφορά με βοηθά να μεταβώ στον επόμενο συλλογισμό μου σε σχέση με το ότι όλα αυτά φαίνεται σήμερα να αποκτούν μια ακόμη πιο ενδιαφέρουσα διάσταση την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Γνώστης και χρήστης ο ίδιος αυτών των τεχνολογιών, εντυπωσιάζομαι ωστόσο πολύ συχνά τελευταία ανακαλύπτοντας κάθε φορά τι είναι σε θέση να καταφέρουν.

Αφήνοντας προς το παρόν απ΄ έξω το θέμα της πρόσβασης και των διακρίσεων, μπορεί κανείς σήμερα κυριολεκτικά με το πάτημα ενός κουμπιού να παράγει κείμενο, εικόνες, ακόμη και κώδικα μηχανής, αποτελέσματα τα οποία θα απαιτούσαν πολύ χρόνο και ενέργεια διαφορετικά. Το καίριο ερώτημα που τίθεται όμως είναι αν έχοντας μάθει πλέον μόνο έτσι, θα είναι σε θέση ο χρήστης να γίνει παραγωγικός αυτόνομα, ή ακόμη καλύτερα, να κρίνει ουσιαστικά τα παραγόμενα;

Πρόκειται για τη λεγόμενη «ειρωνεία της αυτοματοποίησης», όπως αποκαλείται από τους ειδικούς (δες εδώ), κατά την οποία αυτοματοποιώντας εργασίες ρουτίνας κι αφήνοντας μόνο το χειρισμό των εξαιρετικών περιπτώσεων στον άνθρωπο, του στερείς ουσιαστικά τη δυνατότητα να εξασκεί την κριτική του ικανότητα και να την ενδυναμώνει. Και κάπως έτσι, καταλήγουμε σε όσα λέγαμε πριν ότι μας καθιστούν ατροφικούς και απροετοίμαστους στην αντιμετώπιση των εξαιρέσεων που είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν!

Το podcast της ARD που μου έδωσε αρχικά τροφή για σκέψη είχε τον τίτλο: "Macht KI uns dümmer?" (Μας κάνει η τεχνητή νοημοσύνη πιο χαζούς;). Σε αντίθεση με την προκλητικότητα του τίτλου, όλα δείχνουν ότι η τεχνολογία αυτή δύναται να ενισχύσει τις δυνατότητές μας ως ανθρώπων και κάθε άλλο παρά τεχνοφοβικός είμαι. Αυτό που σαφώς κάνει τη διαφορά είναι πώς γίνεται χρήση της. Κι αν κάτι οφείλουμε σήμερα να διδάξουμε στα παιδιά μας είναι αυτήν ακριβώς την κριτική χρήση.

Η πρόκληση έγκειται στο γεγονός ότι οι τεχνολογικές αυτές αλλαγές φαίνεται να συμβαίνουν με πολύ πιο γοργούς ρυθμούς απ΄ όσο μπορούμε να διαχειριστούμε ως κοινωνία. Μένει να φανεί αν τα ανακλαστικά ευκολίας είναι πιο ισχυρά από αυτά που μπορούν να υποσχεθούν περισσότερη αυτονομία, ελευθερία, δημοκρατία ή ό,τι άλλο προϋποθέτει κριτική ικανότητα.

Η εικόνα του παιδιού πάντως που για να λύσει τις σχολικές ασκήσεις του απευθύνεται στο ChatGPT χωρίς κανέναν έλεγχο, όπως περιγράφεται εδώ, καθε άλλο παρά καθησυχαστική είναι. Το νου σας, γονείς!
ΥΓ: πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση σχετικά και εν γένει πολύ ενδιαφέρον blog: https://markokovic.substack.com/p/die-ai-verdummung

Monday, February 10, 2025

Ψάχνοντας οξυγόνο

"Ὁ ἱερωμένος αὐτός, πού ὕστερα ἀπό πορεία 43 χρόνων σε διάφορα μονοπάτια τῆς οἰκουμένης ἔχει τήν τιμή νά ἀπευθύνεται αὐτή τήν ὥρα σ' ἐσᾶς, ἀγαπητοί μου, θέλει μέ ὅλη του τήν ψυχή νά εὐχηθεῖ: Ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς ὅλων σας νά εἶναι μιά συνεχής ἀνάβαση, ἀπό τήν ἁπλή πληροφόρηση στή συστηματική γνώση· ἀπό τή γνώση στή σοφία «τήν ἄνωθεν κατερχόμενη». Μιά ἀδιάκοπη ἀνάβαση ἀπό τήν ἰδιοτέλεια στήν ἀληθινή ἐλευθερία. Ἀπό ἀνεύθυνες ἐρωτοτροπίες, στόν γνήσιο καί εὐλογημένο ἀπό τόν Θεό ἔρωτα, καί κυρίως στήν οὐσιαστική βίωση τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης. να τελικό λμα, πό τή μηχανική συμμετοχή σε παραδοσιακές τελετές πό μιά φαρισαϊκο τύπου θρησκευτικότητα, πρός τή ζωντανή πίστη στόν Θεό, που τό γιο Πνεμα δεσπόζει καί σφραγίζει τή ζωή μας μέ τό φς, τίς νέργειες, τή δύναμή Του. Μιά πίστη ποία νοίγει τήν παρξή μας στό πειρο, μέ συντροφιά τήν παρουσία Ατο πού εναι γάπη."

Αυτά τα μεστά πνευματικότητας λόγια ανήκουν στον προσφάτως εκλιπόντα αρχιεπίσκοπο Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Αναστάσιο. Αποτελούν κομμάτι εμπνευσμένης ομιλίας του πατέρα στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μια εικοσαετία πριν, απευθυνόμενος σε νέους και νέες εκεί τελειόφοιτους. 

Με αυτά τα λόγια θα μπορούσε να είχε απευθυνθεί και στους νέους και νέες που στις 28 Φεβρουαρίου 2023 επιβαίνοντες στην ταχεία με προορισμό τη Θεσσαλονίκη έχασαν τη ζωή τους στα Τέμπη της Θεσσαλίας. 

Σήμερα σχεδόν δυο χρόνια μετά, δικαιοσύνη δεν έχει αποδοθεί ακόμη κι εμείς εμβρόντητοι καλούμαστε να γινόμαστε μάρτυρες της απίστευτης προσπάθειας συγκάλυψης αυτού του εγκλήματος. Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς που ευσυνείδητοι Έλληνες πολίτες ανά την Επικράτεια και εκτός αυτής διαμαρτύρονται μαζικά και πέρα οποιασδήποτε κομματικής καπηλείας ενάντια σε αυτή την εξοργιστική αδιαφάνεια κι ατιμωρησία.

Το παρών δόθηκε κι εδώ στο Μόναχο το παγωμένο κυριακάτικο πρωινό της 26ης Ιανουαρίου. Του πρώτου μήνα μιας νέας χρονιάς που με βρήκε να κρατώ στα χέρια μου ένα διαφωτιστικό του μεσανατολικού δράματος βιβλίο. Στο έργο του «Μια μέρα της ζωής του Άμπεντ Σαλάμα, Ανατομία μιας τραγωδίας στην Ιερουσαλήμ», ο Thrall Nathan δεν ωραιοποίησε σκληρές καταστάσεις παρά άφησε να διαφανεί ατόφιο το αίσθημα της αδικίας για αυτές και ως συνέπεια γεγονότων πέρα από τις ανθρώπινες δυνάμεις. Γεγονότα όπως ο χαμός ενός παιδιού που ο πόνος του για το γονέα θα πρέπει να είναι ανείπωτος.

Και κάπως έτσι θα βιώθηκε και θα βιώνεται για τους γονείς και οικείους όλων των αδικοχαμένων των Τεμπών. Κι όλο αυτό πόσω μάλλον δεδομένου του συντονισμένου κυβερνητικού και κρατικού εμπαιγμού και της παντελούς έλλειψης δικαιοσύνης.

Προχθές μπαίνοντας στο κλιμακοστάσιο της πολυκατοικίας μου συνάντησα τυχαία τη γλυκιά ηλικιωμένη κυρία του πάνω ορόφου που με καταπονημένη όψη μου εξομολογήθηκε ότι έχει ξεκινήσει χημειοθεραπεία για την αντιμετώπιση της επάρατης νόσου που της έλαχε. Μου είπε κι άλλα. Όπως ότι, εντάξει, κάποτε όλοι θα φύγουμε από τούτο το μάταιο κόσμο. Κι ήταν απίστευτο με τι θάρρος τα εξέφραζε αυτά και τι αξιοπρέπεια μπορούσε να διακρίνει κανείς σε αυτή τη γυναίκα!

Ομολογώ ότι από τότε δεν έπαψα να την σκέφτομαι. Να σκέφτομαι το ανθρώπινο δράμα. Που πόσο μικρότερα φαντάζουν τα καθημερινά άγχη μπροστά του, αλλά και πόσο λάμπουν όλα τα μικρά που αξιωνόμαστε να ζήσουμε!

Και λέγοντας για δράμα, δεν μπορώ παρά να κλείσω θυμούμενος γλυκά τα λογάκια του θεατρικού τα οποία με κόπο κλήθηκε να μάθει ο γιος μου εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας που γιορτάστηκε στα Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας. Λογάκια μεν αλλά με λέξεις ογκόλιθους για τα επιτεύγματα που άλλωστε έπρεπε να σηματοδοτήσουν στα μακρύ ταξίδι της ελληνικής γλώσσας, όπως εμπνεύστηκε η ταλαντούχα δασκάλα του:

«Στα θέατρα της αρχαίας Ελλάδας, οι λέξεις έγιναν δράμα και τραγωδία. Μίλησαν για ήρωες, θεούς κι ανθρώπινα πάθη. Ακόμη και σήμερα, τα έργα μας ζωντανεύουν στις σκηνές όλου του κόσμου». 

Πάμε, αγόρι μου, άλλη μία!

 

Friday, November 29, 2024

Κρέας για τους λύκους

 

Δε θυμάμαι τελευταία να με αρπάζει βιβλίο έτσι από την πρώτη κιόλας σελίδα του. Ήξερα μεν ότι πρόκειται για καλό ανάγνωσμα και για αυτό το λόγο είχε πάρει άλλωστε περίοπτη θέση στις υψηλές στοίβες με τα προς ανάγνωση. Αλλά εκείνο το βαρεμένο βράδυ που είπα να ξεκινήσω το Κρέας για τους λύκους του Χάρι Κούνζρου, δεν περίμενα ότι θα γοητευτώ έτσι από ένα μυθιστόρημα γεμάτο επίμονα υπαρξιακά ερωτήματα, καίριες κοινωνικές ανησυχίες και άκρως επίκαιρες πολιτικές συγκυρίες!

Ο πρωταγωνιστής, ένας 40ρης συγγραφέας σε κρίση και αναζήτηση έμπνευσης για το επόμενο βιβλίο του, φτάνει υπότροφος σε ένα ερευνητικό ινστιτούτο λίγο έξω από το σύγχρονο Βερολίνο, αφήνοντας πίσω την οικογένειά του στη Νέα Υόρκη. Εκεί σε ένα κλίμα πολύ κατώτερο των αρχικών προσδοκιών του αποκλίνει σταδιακά του στόχου του. Κι αφού γίνει ακροατής εξιστόρησης απίστευτων γεγονότων από την εποχή της Ανατολικής Γερμανίας, βρίσκεται μέσα από διαβολικές συμπτώσεις αντιμέτωπος με υπονομευτές ουσιαστικών για αυτόν αξιών. Μπροστά σε όλο αυτό νιώθει ότι δεν μπορεί παρά να αντιδράσει, πράγμα που επιλέγει να κάνει φτάνοντας στα άκρα. Είναι τέτοιες καταστάσεις αναστρέψιμες; Κι αν ναι, πόσο επώδυνη είναι η επούλωση των πληγών που αφήνουν;

Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου, βλ. Red Pill, δεν παραπέμπει τυχαία στην εμβληματική κινηματογραφική σκηνή της ταινίας Matrix στην οποία τίθεται το δίλημμα να ιδωθεί κατάματα η σκληρή πραγματικότητα ή όχι. Κάπως έτσι κι ο πρωταγωνιστής του βιβλίου σαν άλλος ήρωας του Matrix φαίνεται να κάνει την επιλογή του έτοιμος για το τίμημά της. Μια επιλογή μέσα σε ένα δυσοίωνο τοπίο στο οποίο όχι απλά κυριαρχεί ρητορική μίσους κατά των εκάστοτε ξένων μεταναστών, αλλά κι εν γένει κατά του συνανθρώπου. Με την περιβαλλοντική καταστροφή να αφήνει αδιάφορους και την τεχνολογική εξέλιξη να αποκτηνώνει. Ιδού πώς αποτυπώνονται εύστοχα αυτά σε κείμενο του πρωταγωνιστή εν είδει μανιφέστου:

"Έγραφα για ένα παράδοξο ότι η γη φλέγεται αλλά εμείς εξακολουθούμε να τη βρίσκουμε παγωμένη και δυσπρόσιτη. Ότι δεν νιώθουμε να είμαστε στο σπίτι μας. Ότι παρά την αποστασιοποίησή μας, την αδυναμία μας να βιώσουμε τον εαυτό μας ως φύση –ή ίσως εξαιτίας αυτής της αδυναμίας – βρισκόμαστε σε κρίση. Φυσικά, αυτό το «εμείς» ήταν στην πραγματικότητα ένα «εγώ», μια καθολίκευση του προσωπικού μου πανικού. Ήξερα, ωστόσο, ότι δεν ήμουν μόνος μέσα σ' αυτές μου τις σκέψεις, ακόμη κι αν τα συμπεράσματα στα οποία κατέληγα μπορεί να φαίνονταν στους άλλους απαράδεκτα, ίσως και ακατάληπτα. Έγραφα ότι αντιμετωπίζουμε έναν απροσμέτρητο κίνδυνο, υπό την έννοια ότι είναι αδύνατον να ποσοτικοποιηθεί. Έναν εξωτερικό παράγοντα, που αργά ή γρήγορα θα κρύψει τον ήλιο. Έγραφα για πανδημίες και για το λιώσιμο των παγετώνων, για πόλεις βυθισμένες στο νερό και για εκατομμύρια κλιματικούς μετανάστες, για ένα μέλλον όπου κάθε φωνή που θα δήλωνε πίστη στις οικουμενικές ανθρώπινες αξίες θα σαρωνόταν από έναν βάναυσο φυλετισμό. Έγραφα για ένα σύστημα που τελικά θα κατάφερνε να ξεφορτωθεί εντελώς τη δημόσια πολιτική ζωή και θα την αντικαθιστούσε με το αλισβερίσι: ένα μαύρο κουτί, που κανένας δεν θα μπορούσε να το εποπτεύει, ορατό μονάχα στα συναλλασσόμενα μέρη. Δεν θα υπήρχαν δικλείδες ασφαλείας, δεν θα υπήρχε δυνατότητα να αμφισβητηθούν οι αποφάσεις των συναλλασσόμενων, δεν θα υπήρχαν «δικαιώματα», παρά μόνον η ωμή άσκηση της εξουσίας".

Και σαν να μην ήταν όλα αυτά αρκετά για να συντονιστώ με το κείμενο, η πλοκή διαδραματίζεται τις παραμονές των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του 2016, τότε που προς μεγάλη έκπληξη παίρνει την προεδρία ένας αλαζόνας, λαϊκιστής, σεξιστής, ρατσιστής, συνωμοσιολόγος υποψήφιος. Σήμερα οκτώ χρόνια αργότερα πριν από λίγες μέρες αυτός ο ίδιος υποψήφιος, έχοντας στην πράξη ως πρόεδρος επιβεβαιώσει τις χειρότερες προβλέψεις κι εγκαθιδρύσει μια γενικότερη κουλτούρα ασυδοσίας κι υπονόμευσης των θεσμών, το λεγόμενο «τραμπισμό», ξαναπήρε την προεδρία. 
 

Δεν ξέρω τι επιφυλάσσει αυτό για το μέλλον. Κι ούτε ξέρω τι αισθητά καλύτερο θα επιφύλασσε η εκλογή της Κάμαλα Χάρις. Ίσως κάτι πιο προβλέψιμο πάντως. Είναι πολλές οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα, και σαν να μη φτάναν οι μη ανθρωπογενείς, δημιουργεί ο ίδιος ο σύγχρονος άνθρωπος κι άλλες. Δημιουργώντας την ίδια στιγμή πολύ πόνο και δυστυχία. Υπάρχει άραγε σωτηρία; Η χαραμάδα ελπίδας που αφήνει ο Κούνζρου στον αναγνώστη σκιαγραφείται ως εξής:

«Ο άνθρωπος μόνος του είναι κρέας για τους λύκους. Έτσι μας θέλουν. Απομονωμένους. Θηράματα. Άρα πρέπει να βρούμε ο ένας τον άλλον. Πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν μπορούμε να υπάρξουμε μόνοι».
 

Sunday, September 22, 2024

Κάθε τέλος και μια καινούργια αρχή!

Την περασμένη Πέμπτη έκλεισε ένας μεγάλος και προσωπικά ουσιαστικός κύκλος της ζωής μου στο εξωτερικό, έπειτα από περισσότερα από οκτώ χρόνια! Κατόπιν συνειδητής απόφασης θεώρησα ότι είχε έρθει ο καιρός να παραδώσω τη δική μου σκυτάλη της Λέσχης Ελλήνων Επιστημόνων Μονάχου σε άλλους αξιόλογους εκπροσώπους της εδώ ελληνικής παροικίας.

Πίσω το 2015, λίγα χρόνια αφότου είχα εγκατασταθεί και τακτοποιηθεί επαγγελματικά στη βαυαρική πρωτεύουσα, ένιωσα την ανάγκη για συλλογική δράση με κοινωφελή σκοπό, και εν γένει συσχέτιση με ανθρώπους με παρόμοιες ανησυχίες. Και τότε ήταν που γνώρισα την ύπαρξη ενός τέτοιου συλλόγου σκεπτόμενων ανθρώπων, ιδρυμένου κατά την έναρξη της Μεταπολίτευσης κιόλας.

Δεν άργησα να συνειδητοποιήσω ότι αυτός θα μπορούσε να αποτελέσει το φορέα για τη συσπείρωση Ελλήνων επιστημόνων στην περιοχή του Μονάχου, η οποία μέσα στην ατυχία της ελληνικής κρίσης είχε την τύχη να εμπλουτιστεί με νέο δυναμικό. Μια συσπείρωση με όλα τα οφέλη που μπορεί να συνεπάγεται αυτή και που όπως πάντα έλεγα: «Ελάτε να τα ανακαλύψουμε παρέα!» Μια παρέα που συμπεριελάμβανε επίσης τους «παλαιότερους» και πρεσβύτερους της παροικίας και που η συναναστροφή μαζί τους, αν και συχνά πρόκληση, σίγουρα ευεργετική θα αποδεικνυόταν.

Κάπως έτσι και μέσα από τη διοργάνωση πολυάριθμων εκδηλώσεων και δράσεων, από τη θέση του γραμματέα και τελευταία του αντιπροέδρου, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω και να συνεργαστώ με πάρα πολλούς αξιόλογους ανθρώπους και φορείς, μεταξύ των οποίων κάποιους ευρύτερα αναγνωρισμένους, να ενσωματωθώ καλύτερα στην εδώ κοινωνία και να βοηθήσω άλλους να ενσωματωθούν κι αυτοί, να συνάψω πραγματικές φιλίες, και το κυριότερο ελπίζω, να συμβάλω όσο το δυνατόν στην επίτευξη συλλογικών στόχων. 

 

Μερικά μόνο στιγμιότυπα όλης αυτής της πορείας!

Προφανώς, δεν ήταν πάντα όλα ρόδινα κι οι προστριβές, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο δημιουργικές, είναι αναπόφευκτες σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά ακόμη κι αυτό είναι ένα πολύτιμο μάθημα. Αρκεί να παραμερίζονται και να περιορίζονται τα ιδιοτελή στο όνομα του συλλογικού οφέλους. Ή δε θα αποκρύψω τον κόπο και τον προσωπικό χρόνο που αφιέρωσα για τα του συλλόγου και που προς απογοήτευσή μου δεν αναγνωρίστηκε πάντα ή η ανταπόκριση δεν ήταν τόσο ενθαρρυντική. 

Γενικά όμως κοιτώντας πίσω και κλείνοντας αυτόν το σύντομο απολογισμό, η ζυγαριά κλίνει σίγουρα υπέρ αυτού του εγχειρήματος και χαίρομαι που το κυνήγησα με μεράκι. Εξάλλου, το αρχικό στοίχημα μάλλον επετεύχθη κρίνοντας από το γεγονός ότι τόσα πολλά νέα μέλη εμπνεύστηκαν και πείσθηκαν στο μεταξύ να συμμετάσχουν ενεργά στο σύλλογο. Εύχομαι στο υπό σύσταση νέο ΔΣ καλή και δημιουργική θητεία! Κι ό,τι χρειαστεί και μπορώ να βοηθήσω, χαρά μου!

Thursday, July 11, 2024

Bittersweet symphony - that's life!



"It's a bittersweet symphony, that's lifeTryna make ends meet, you're a slave to money then you die ..."
The Verve - Bitter Sweet Symphony

Δε θα ξεχάσω ποτέ όταν πρωτοφτάσανε πριν κάποιες δεκαετίες οι νότες αυτές στα αφτιά μου και τις αγάπησα κεραυνοβόλα! Όταν μάλιστα άρχισα να καταλαβαίνω και τους στίχους, δεν άργησε να γίνει ένα από τα πιο αγαπημένα μου κομμάτια. Με συντρόφεψε σε δύσκολες φάσεις της ζωής μου, όπως όταν παρουσιάστηκα να υπηρετήσω στο κέντρο νεοσύλλεκτων στην ορεινή Σταυρούπολη Ξάνθης, έχοντας λίγες μέρες μόνο πριν χάσει τόσο απροσδόκητα την καλύτερη μου φίλη. Κι έκτοτε ήταν πάντα εκεί να μου θυμίζει το παράλογο μείγμα χαρμολύπης στη ζωή! 

Όπως αυτό που λίγο καιρό πριν έπρεπε ξανά να διαπιστώσω. Από τη μία δηλαδή, είχα τη μεγάλη χαρά να γίνω νονός στον αγόραρο ενός αδελφικού φίλου, πρώτη φορά αναλαμβάνοντας αυτό το ρόλο με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Κι από την άλλη, λίγες μόνο μέρες μετά χάσαμε τόσο αναπάντεχα τον αγαπημένο μάγκα θείο μου! 

Πώς να αρθρώσω εγώ με λόγο τώρα αυτά που έχω μέσα μου για τον Πετράν και που πάντα θα μείνουν εκεί! Από τα πρώτα πράγματα που μου έμαθε ως παιδί, την αγάπη για την εκγύμναση του σώματος (ναι, θέλουμε τα μπράτσα μας να είναι μεγάλα!) και τα καλοκαίρια στις εξωτικές παραλίες των Αμμολόφων (που πρωτοανακάλυψα τότε προτού γεμίσουν beach bar - είναι τόσο έντονη η ανάμνηση όταν βρέθηκα εκεί πρώτη φορά τρέχοντας σαν παλαβός στους παρθένους λόφους άμμου, στους Αμμόλοφους!) ώς τις συναρπαστικές διηγήσεις για αναζήτηση πολύτιμων θησαυρών! Κι ανάμεσα σε τόσες και τόσες εμπειρίες ήρθαν τα τελευταία χρόνια να προστεθούν κι αυτές παρέα με το Χάρη - Λεών όπως περιπαιχτικά τον φώναζε αυτός!

 

Ιανουάριος 2024, Ντόρτμουντ - Τελευταία κοινή φωτογραφία
 

Τις προάλλες όπως διάβαζα στο Χάρη την προ ύπνου ιστορία, έπεσα πάνω σε κάτι υπέροχο. Όχι ότι θα περίμενα κάτι λιγότερο από τον Αντώνη Παπαθεοδούλου στα «Καράβια που ταξίδεψαν τη φαντασία» που συνυπογράφει με τη μεγάλη παραμυθού Μαρία Αγγελίδου. Σε μια διήγηση για τον Ιπτάμενο Ολλανδό γράφει: 


«Ακόμη και σήμερα όλοι αναρωτιούνται τι γίνονται τα καράβια αλλά και οι άνθρωποι που χάνονται. Και λένε για φαντάσματα, πνεύματα, στοιχειά και αερικά. Αλλά η αλήθεια είναι εκεί· μπροστά τους· μα κανείς δεν της δίνει σημασία. Τόσα χρόνια την ψιθυρίζει την αλήθεια ο Ιπτάμενος Ολλανδός· από αυτί σε αυτί, από στόμα σε στόμα. Σσσσσς! Θέλετε να σας την πω; Ούτε φαντάσματα, ούτε πνεύματα, ούτε αερικά, όχι... Οι άνθρωποι και τα καράβια, όταν χάνονται για πάντα, γίνονται κάτι ακόμα πιο σπουδαίο... γίνονται ιστορίες».

 

Ίστορίες αγαπημένες λοιπόν που θα θυμόμαστε για πάντα!


 

 

Friday, January 26, 2024

Τα ταξίδια της χρονιάς, αναγνωστικά και μη

Καλή μας χρονιά! Καθώς έχουμε αφήσει πίσω μας ήδη εδώ κι αρκετές μέρες τον περασμένο χρόνο, τι καλύτερο τώρα να σημειωθούν εδώ υπό συντομογραφική μορφή μερικά από τα αναγνωστικά κορυφαία ή αγγλιστί highlights του 2023! Αναγνώσματα που με ταξίδεψαν ως συνήθως σε, περισσότερο ή λιγότερο, ανεξερεύνητους προορισμούς. Κάποια μάλιστα πολύτιμοι σύντροφοι κατά τη διάρκεια ταξιδιών όχι μόνο του νου μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου!

Έχοντας ήδη βυθιστεί στις αράδες του προτού ταξιδέψω για την Αθήνα παραμονές Χριστουγέννων, οι κρύες μέρες του Ιανουάριου της περασμένης χρονιάς με βρήκαν να συνεχίζω να ξεφυλλίζω (κοντά στις 700 σελίδες ήταν αυτές!) απορροφημένος το Στη σκιά της πεταλούδας του Ισίδωρου Ζουργού. Αγαπημένος συγγραφέας της Αηδονόπιτας και έχοντας τραβήξει την προσοχή μου αυτή τη φορά μέσα από το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο επέλεξε να στήσει το πρωτότυπο δράμα του, αν μη τι άλλο επιβεβαίωσε τις προσδοκίες μου. Ένας αιώνας μεστός καθοριστικών ιστορικών γεγονότων, όπως πολέμων, προσφυγιάς και αγώνα δύσκολης επιβίωσης, ο 20ος αιώνας δεν είναι παρά το χρονικό εύρος τριών γενεών και οι πρωταγωνιστές οι απολήξεις δύο παράλληλων τέτοιων που η μοίρα τούς φέρνει να συναντηθούν και να ενωθούν στον περιορισμένο κι άβολο χώρο ενός μπλοκαρισμένου ανελκυστήρα στη σύγχρονη Θεσσαλονίκη. Κι εκεί όπως εξιστορεί ο καθένας τους περί των προγόνων και του ίδιου, μαθαίνουμε τις ιστορίες και το δράμα τους, ιστορίες και δράματα προσωπικά που όμως σταδιακά καταλήγουν να φαντάζουν πανανθρώπινα. Κι αν αυτή ήταν η ομολογημένη πρόθεση του συγγραφέα όπως παραδέχεται στον επίλογο, το πέτυχε διάνα!
 
Ο χειμώνας είχε μπει για τα καλά και μαζί με τα λοιπά εφόδια που είχα φροντίσει να έχω ήταν ένα βιβλίο που φιγούραρε στις πρώτες θέσεις των νέων προτάσεων με κριτικές που μεταξύ άλλων κάναν λόγο για ύφος συγκρίσιμο με αυτό του Χρήστου Βακαλόπουλου στην αγαπημένη Γραμμή του Ορίζοντος. Η συγγραφέας άλλωστε ξέρει να τραβάει την προσοχή μέσα από τον ινσταγκραμικό της λογαριασμό «Μπούτια και Διανόηση». Με αυτά κι αυτά δεν ήθελα πολύ για να πέσω με τα μούτρα στα Σωματίδια της Ματίνας Αποστόλου. Με γραφή όντως αφαιρετική και μοντέρνα, αν και με ιστορία εν τέλει στενάχωρη, αποτέλεσε ευχάριστη συντροφιά τότε που οι θερμοκρασίες ήταν αρκετά χαμηλές
 
Οι χειμωνιάτικες μέρες κυλούσαν εν συνεχεία ήσυχα με εμένα να ξεφυλλίζω ένα ακόμη φρέσκο βιβλιαράκι που είχα προμηθευτεί προσφάτως. Το R.I.F. (Rest In Facebook) - Ο θάνατος στο Φέισμπουκ της Μαρίας Γιαγιάννου μου τράβηξε εύλογα την προσοχή πραγματευόμενο ένα επίκαιρο θέμα με μια σπιρτάδα: «Με νοιάζει πραγματικά τι θα γίνω στο Facebook όταν πεθάνω; Δεν ξέρω. Εσάς σας νοιάζει ας πούμε τι ημερολόγια θα αφήσετε πίσω σας - ή τι βιβλία, αν είστε από εκείνους που γράφουν; Θα σας πείραζε πάνω στον μαρμάρινο τύμβο σας να προβάλλονται διαφημίσεις από το Youtube; Θέλετε σε κάθε γενέθλια επέτειο να φτάνουν στους δικού σας ευχές και χρόνια πολλά ενώ θα χειμάζετε εδώ και χρόνια πολλά στα θυμαράκια;»

Αν κάτι πάντως ήρθε να ταράξει τα νερά ήταν ο Stefan Zweig με τη Σκακιστική Νουβέλα του! Δε θυμάμαι τι ακριβώς αποτέλεσε την αφορμή - να ΄ταν που ακόνιζα τις πολύ στομωμένες μου δεξιότητες στο σκάκι για χάρη του Χάρη! - και δεν ξέρω ακόμη και σήμερα γιατί άργησα τόσο πολύ να πιάσω στα χέρια μου έργο αυτού του σπουδαίου συγγραφέα. Αν δεν κάνω λάθος το συγκεκριμένο ήταν το τελευταίο έργο του εκφράζοντας με τόση ευστοχία το αδιέξοδο στο οποίο έφερνε τον κόσμο το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ. Κατά μία έννοια ο τραγικός πρωταγωνιστής αυτής της νουβέλας δεν είναι άλλος παρά ο ίδιος ο Zweig ο οποίος πράγματι εξόριστος στη Λατινική Αμερική θα δώσει τέλος στη ζωή του. Παρεμπιπτόντως, κόντρα στον κανόνα που θέλει πολύ υποδεέστερη την κινηματογραφική μεταφορά λογοτεχνικού έργου, εν προκειμένω η γερμανόφωνη παραγωγή του 2021 με πρωταγωνιστή τον ταλαντούχο Oliver Masucci είναι καθηλωτική!
 
 
Τη σκυτάλη πήρε ένα μη λογοτεχνικό βιβλίο πάνω στο ενδιαφέρον θέμα της ηθικής των αυτοοδηγούμενων αυτοκινήτων και κατ΄ επέκταση της Τεχνητής Νοημοσύνης. THE CAR THAT KNEW TOO MUCH - Can a Machine Be Moral? αποτελεί την εξιστόρηση ενός εκ των πιο πρωτότυπων πειραμάτων συλλογής δεδομένων για την ηθική αξιολόγηση άβολων αλλά στο κοντινό μέλλον μάλλον υπαρκτών σεναρίων στους δρόμους των πόλεων. O Jean-Francois Bonnefon εκτός από έναν από τους ερευνητές του project αποδεικνύεται κι ένας πολύ χαρισματικός αφηγητής με χιούμορ και ικανότητα σαφούς περιγραφής δύσκολων επιστημονικών θεμάτων!

Και μετά από αυτό το ευχάριστο διάλειμμα, μια ωραία πρωία, αφού περιπλανήθηκε αναποφάσιστα στο ράφι της βιβλιοθήκης με τα (πολλά, το παραδέχομαι!) αδιάβαστα, το χέρι μου σταμάτησε στο χοντρό τόμο που μου είχε δωρίσει ο κουμπάρος μου, έχοντας πει τα καλύτερα. Είχε έρθει λοιπόν η ώρα για ένα διαμάντι της αμερικανικής λογοτεχνίας. Θα χρειαζόντουσαν πολλές γραμμές εδώ για την περιγραφή της αναγνωστικής εμπειρίας του Όλοι οι άνθρωποι του βασιλιά (All the king's men) του Robert Penn Warren, στην πολύ προσεγμένη μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου. Δύσκολο αρχικά, αλλά αδύνατο να το αφήσεις αφού έχεις βουτήξει σε μια πλοκή με πολύ προσεκτικά πλασμένους χαρακτήρες. Γύρω από πολλούς άξονες και αφήγηση όχι γραμμική, ο συγγραφέας έχει επίκεντρο την ανέλιξη και καθιέρωση ενός πολιτικού του αμερικανικού Νότου, του Γιούλι Στάρκ, με όσα αφήνει να εννοηθούν περί εξουσίας και πώς αυτή αλλοιώνει ακόμη και τις πιο αγαθές προθέσεις. Ανάμεσα όμως σε διαβολικά παιχνίδια πολιτικής κυριαρχίας κι επιβολής,
κι αυτό είναι που κάνει κατά τη γνώμη μου το έργο υπέροχο, διαγράφεται ένας μεγάλος έρωτας με όλη την τρυφερότητα, τον ενθουσιασμό, την απογοήτευση και τη συγχώρεση που συνήθως αυτοί σημαίνουν. Θυμάμαι ακόμη να διαβάζω τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου αυτού όσο ταξίδευα για το σύντομο προσκύνημα στο Άγιο Όρος με τον κουμπάρο μου και το Βάγγο, μια ομολογουμένως δυνατή εμπειρία για την οποία όμως είχα πολύ υψηλές προσδοκίες περί λιτότητας και ταπεινότητας των μοναχών. Ρομαντισμός που διαψεύσθηκε και απογοητεύτηκα, παρόμοια με τον αφηγητή των γεγονότων του έργου όταν τού αποκαλύπτονται πληροφορίες που αμαυρώνουν την άμεμπτη ώς τότε εικόνα του μέντορά του. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου και κάθε άλλο παρά εύκολο να αποφευχθούν οι παγίδες που στήνει το πονηρό πνεύμα. Ας μην είμαι αυστηρός με κανέναν! Δεν ξέρεις ποτέ τι σταυρό κουβαλάει!

Η σύντομη εξόρμηση στην Ελλάδα μού θύμισε τότε πάντως ότι είχε μπει η άνοιξη, κάτι που παραλίγο να ξεχάσω στο Μόναχο. Εντάξει υπερβολές! Οι μεταβατικές περίοδοι είναι πλέον ούτως ή άλλως υπό εξαφάνιση. Έπρεπε δηλαδή να καλοκαιριάσει για να βρεθώ στις όχθες της Starnberger See ξαπλωμένος με ένα βιβλίο στο χέρι. Και λέγοντας πιο πάνω για κατανόηση και ανεκτικότητα, το βιβλίο εκείνο τότε είχε, πίστεψέ με, πολύ από αυτά. Ο λόγος για το Τι είναι ένας κάμπος της Νάσιας Διονυσίου. Για του λόγου το αληθές παραθέτω: 
 
«Κι ήταν τότε που κατάλαβε πως η θάλασσα, εκτός από τα πορτοκάλια, τα ρόδια, τα μετάξια, τα βαμβάκια, τ' αθάσια και τα καπνά, κουβαλά επάνω στη ράχη της κι ανθρώπους. Κι ήταν τότε που κατάλαβε πως πλάσμα δεν φεύγει από τον τόπο του -ο Θεός κανενού να μεν το δείξει- αν δεν είναι για να γλιτώσει από την κόλαση, την κόλαση που, σαν και τον παράδεισο, δεν είναι ποτέ έργο του Θεού, παρά μονάχα των ανθρώπων.
[...]
»Κι όλο εκείνη προσεύχεται -Κύριε Δέσποτα, φώτισέ με-, αφού όσο κι αν ξέρει να πει το καλό από το κακό, το δίκιο απ' τ' άδικο και πως ένα τέτοιο άδικο δεν συγχωρείται, ξέρει ακόμα πως με το γύρισμα της μοίρας μπορεί ο ένας να βρεθεί στη μεριά του άλλου, διότι είναι τέτοιες οι μοίρες των ανθρώπων, που ανακατώνονται, ποιος φεύγει και πού έρχεται, ποια χώρα κάρπισε και ποια θα γερημώσει, πόσες ανεστραμμένες διαδρομές πάνω στην ίδια θάλασσα, κι η θάλασσα πάντοτε αλμυρή, η θάλασσα πάντοτε κλάμα. Ποιος σκοτωμός τάχα να δικαιώθηκε ποτές;»

Κι όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο:
«Το βιβλίο πραγματεύεται σε πρώτο επίπεδο το Ολοκαύτωμα και τις συνθήκες ζωής στα στρατόπεδα κράτησης. Σε παράλληλη ωστόσο πορεία λανθάνουν κι άλλα: Η ένταση των Κυπρίων που σιγοβράζει κάτω από τον αποικιοκρατικό ζυγό κι ο κατοπινός ξεριζωμός από την ίδια την πόλη της Αμμοχώστου. Η εναλλαγή ρόλων -γηγενείς και πρόσφυγες, ριζωμένοι και εκδιωγμένοι, διώκτες και διωκόμενοι- μέσα στην αέναη περιστροφή της ιστορικής συγκυρίας. Η απώλεια του τόπου και του ανήκειν κι η αδυναμία της γλώσσας να την περιγράψει. Η ανθρωπιά ως τελευταίο ανάχωμα μπροστά στον φόβο, την τυφλότητα και το μίσος».

Ξέρω βάρυνε πολύ το κλίμα! Και τότε νιώθοντας κάπως έτσι, δεν είχα παρά να στραφώ αναγνωστικά σε ένα είδος που ξέρει να με ταξιδεύει ευχάριστα. Ακόμη κι αν πρόκειται να πραγματευτεί απαιτητικά φιλοσοφικά ερωτήματα όπως αυτά που έχουν τεθεί από τον πιο επιδραστικό φιλόσοφο ανά τους αιώνες: τον Αριστοτέλη. Το graphic novel Αριστοτέλης σε κείμενο του Τάσου Αποστολίδη και εικονογράφηση Αλέκου Παπαδάτου (ναι, που ξέρω από το Logicomix και τη Δημοκρατία) από τις εκδόσεις Ίκαρος μού έκανε πολύ κέφι!
 
Το κλίμα στο Μόναχο ήταν καλοκαιρινό με τα όλα του και με θυμάμαι να βουτάω στην αφρόκρεμα της αμερικανικής λογοτεχνίας, αρχικά στην συλλογή διηγημάτων του Φιλέλληνα Wallace Stegner, Το Τραγούδι της Σάλπιγγας - Και άλλα διηγήματα
, κι έπειτα στο Καθώς Ψυχορραγώ του βραβευμένου με Νόμπελ λογοτεχνίας William Faulkner. Για τον μεν Stagner δεν άργησα να καταλάβω προς τι τα διθυραμβικά λόγια που είχα διαβάσει για αυτή τη συλλογή (εκείνο με τη σφαγή μιας γουρούνας πόσο με άγγιξε!), για τον δε Faulkner επιβεβαιώθηκε μέσα από αυτό το κωμικοτραγικό έργο η μοντέρνα γραφή του, αν και πρόκειται για ένα πολύ ιδιαίτερο κείμενο. Αξίζει να σημειωθεί ότι διευκολύνει τον αναγνώστη η νέα προσεγμένη έκδοση Gutenberg σε μετάφραση του Παναγιώτη Κεχαγιά. Πάντως με τον Faulkner έχω ανοιχτούς λογαριασμούς έκτοτε: θα πρέπει να τον διαβάσω και μέσα από άλλα κείμενά του μήπως και καταφέρω να τον αξιολογήσω καλύτερα!
 
Σιγά σιγά είχε φτάσει όμως ο καιρός για το πολυπόθητο ελληνικό καλοκαιράκι κι η κάθοδος θα γινόταν αυτή τη φορά οδικώς μέσα από τα Βαλκάνια. Περνώντας από τη χαριτωμένη Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας (που όμως Παρασκευή βράδι Αυγούστου μετά τις 12 δεν είχε τίποτα!) φτάσαμε παρέα με τη
συνοδοιπόρισσα Κωνσταντίνα στις παραλίες της Κροατίας, όπου βουτήξαμε με ανυπομονησία στα δροσερά νερά της Αδριατικής και ξαπλώσαμε απολαυστικά κάτω από τα πεύκα. Κάπως έτσι θυμάμαι να διαβάζω τότε τον Κωνσταντίνο Πουλή στο Απ΄ το αλέτρι στο Smartphone. Με αφορμή την περίφημη δήλωση του ιστορικού Χόμπσμπαουμ ότι ποτέ σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία η ζωή δεν άλλαξε τόσο δραστικά όσο άλλαξε στον 20ο αιώνα, με πολύτιμο υλικό από κουβέντες με τον πατέρα του κι άλλα μέλη της οικογένειας, και στα χνάρια του εθνικού μας δοκιμιογράφου Κωστή Παπαγιώργη, ο συγγραφέας καταθέτει στο αναγνωστικό κοινό ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που ήταν ό,τι καλύτερο για να εκτιμήσω ακόμη περισσότερο τις σημερινές ανέσεις που έχουμε την τύχη να απολαμβάνουμε κατά κανόνα τα μέλη των δυτικών κοινωνιών, μεταξύ των οποίων κατά μία έννοια κι οι επάξιες διακοπές απ' την εργασιακή καθημερινότητα. Συνεχίζοντας το δρόμο μέσα από τη Βοσνία προκειμένου να περάσουμε από το Σαράγιεβο, ήταν σαν να έχω μπει στη χρονομηχανή και να γίνομαι αυτόπτης μάρτυρας περασμένων δεκαετιών ανέχειας κι υπανάπτυξης στην ελληνική ύπαιθρο για τις οποίες κάνει λόγο το βιβλίο. Το Σαράγιεβο πάντως μας αποζημίωσε!

Καλές οι Δαλματικές Ακτές αλλά σαν την Καβάλα δεν έχει! Κι όταν εκεί γινόταν διάλειμμα απ΄ τα παιχνίδια με το Χάρη και το Δήμο, αποδρούσα στον κόσμο μερικών σύντομων κειμένων κάτω από την ομπρέλα της παραλίας. Τέτοιες αποδράσεις θυμάμαι να προσφέρει το 33 στροφές του Canek Sanchez Guevera, εγγονού του επαναστάτη, αποτελώντας μια «ειλικρινή ιστορία για τις απογοητεύσεις μιας γενιάς που πίστεψε στις ιδέες της επανάστασης του Κάστρο, αλλά και μια διεισδυτική ματιά στη ζωή των απλών ανθρώπων στην Κούβα κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών». Επιπλέον αποδράσεις προσφέρθηκαν μέσω της συλλογής πρωτότυπων διηγημάτων Ζωή χαρισάμενη του Σπύρου Γιανναρά, κι άλλοτε μέσω της Βραδύτητας του Μίλαν Κούντερα, ένα κείμενο μεταξύ μυθιστορήματος και δοκιμίου.

Δυστυχώς όλες οι διακοπές κάποτε τελειώνουν κι αυτό που μάλλον τις κάνει καλύτερες είναι η προετοιμασία τους ανυπομονώντας να έρθουν. Και μπορεί αρχές Σεπτέμβρη να είχα γυρίσει πλέον πάλι στο Μόναχο,
δεν έμενε όμως εδώ που τα λέμε πολύς καιρός ακόμη μέχρι το τέλος της χρονιάς οπότε θα πραγματοποιούνταν εν τέλει μετά από μήνες σχεδιασμού ένα ταξίδι σε προορισμό λίγο πιο μακρινό από ό,τι συνήθως. Ο Μήτσος έχοντας σκοπό να πάει για να φωτογραφήσει είχε ρίξει την ιδέα κι εμείς δε θέλαμε πολύ για να πεισθούμε να τον ακολουθήσουμε στο Περού. Πέρα, λοιπόν, της  μελέτης του χάρτη και των τουριστικών οδηγών, των βιντεοκλήσεων για τη μεταξύ μας συνεννόηση και των ραντεβού στο γιατρό για τα απαραίτητα εμβόλια, ήξερα ότι τίποτα δε θα μπορούσε να με προετοιμάσει καλύτερα για τη Λατινική Αμερική παρά ο Gabriel García Márquez! Στο εμβληματικό έργο του Εκατό χρόνια μοναξιά, ο Κολομβιανός πλάθει την ιστορία μιας πόλης και μιας οικογένειας, των Μπουενδία, και μέσα από τα πάθη, τα όνειρα, τις τραγωδίες, τα μυστήρια και τις διαψεύσεις τους, την ιστορία μιας χώρας και μιας ολόκληρης ηπείρου. Γραφή που μαγεύει - εγκαινιάζοντας ουσιαστικά ένα νέο λογοτεχνικό ρεύμα, αυτό του μαγικού ρεαλισμού - σε ένα κείμενο που έχει χαρακτηριστεί από το Νερούδα ως ο Δον Κιχώτης του καιρού μας. 
 
Ήταν λοιπόν σαν να με πήρε ο Μάρκες από το χέρι και να με ξενάγησε σε έναν κόσμο όπου αποτυπώνεται η ομορφιά και η τραγωδία της Λατινικής Αμερικής. Αντιθέσεις που δεν άργησαν να επιβεβαιωθούν όταν βρέθηκα στο Περού. Εκεί όπου οι Άνδεις προκαλούν δέος κι έρχονται σε αντιδιαστολή με τον ωκεανό, και η ζούγκλα του Αμαζονίου κόντρα στο ερημικό τοπίο που διασχίζεις κινούμενος στην Παναμερικάνα. Αντιθέσεις, βέβαια, για τις οποίες δε φροντίζει μόνο η φύση - μια κοινωνία με έντονες ανισότητες κι ανθρώπους άλλοτε καχύποπτους με τους ξένους κι άλλοτε όχι. Τις περισσότερες φορές ευτυχείς με όσα διαθέτουν και προκαλώντας εμάς τους έχοντες να αναλογιστούμε τι έχει τελικά αξία και πόσο σοβαρές είναι πράγματι οι σκοτούρες μας!
 
Επιστρέφοντας από αυτό το ταξίδι ένιωθα σίγουρα γεμάτες τις αποσκευές (μεταφορικά το χρησιμοποιώ, αν και θα μπορούσε άνετα να χρησιμοποιηθεί και κυριολεκτικά για τις έτοιμες να σκάσουν βαλίτσες!) κι επίσης πολύ τυχερός να έχω περάσει με την Αθηνά και το Γιώργο, την Αλεξάνδρα, την Έλλη, το Δημήτρη και τον Αντώνη αυτή την εμπειρία. Το μόνο πραγματικά που μου την έσπαγε ήταν ένας ιδιοφυής Λατινοαμερικάνος εκ της γειτονικής του Περού Χιλής. Τέτοιας ιδιοφυΐας στη γραφή του που έχει πάρει ο άτιμος γεγονότα κι υπαρκτά πρόσωπα, τα έχει επιδέξια κόψει και ράψει, προσφέροντας στον αναγνώστη ένα αποτέλεσμα ανησυχητικά δυστοπικό. Δεν ήταν η πρώτη φορά που το έκανε. Θα έπρεπε, η αλήθεια, να τον ξέρω ήδη τον Benjamín Labatut από το Όταν παύουμε να καταλαβαίνουμε τον κόσμο, όπου σε ένα μείγμα δοκιμίου και μυθοπλασίας αναδεικνύει τη σκιά πίσω από τις φανταχτερές επιστημονικές ανακαλύψεις. Παρόλα αυτά είχα επιλέξει να τον βάλω στο ταξιδιωτικό σακίδιο, αυτή τη φορά μέσα από το The MANIAC. Τίτλος που παραπέμπει σε έναν από τους πρώτους υπερυπολογιστές που χρησιμοποιήθηκαν τη δεκαετία του '50 στις Η.Π.Α. για εκτενείς και ακριβείς υπολογισμούς για πυρηνικές βόμβες, δες Mathematical Analyzer Numerical Integrator and Automatic Computer Model. Τίτλος όμως και προφανούς ειρωνείας για την ίδια την ανθρώπινη νοημοσύνη και τα επιτεύγματα που με αυτήν η ανθρωπότητα έχει πετύχει. Και λέω ειρωνεία γιατί το έργο αντλώντας υλικό από μεγάλες προσωπικότητες της επιστήμης, κυρίως τον ιδιοφυέστατο John von Neumann, αφήνει πολλές αιχμές για τα κίνητρα, την ηθική και τη χαλιναγώγηση των όποιων επιτευγμάτων. Σε αυτό το άβολο πλαίσιο, έρχεται η κορύφωση, φυσικά, με υλικό από τις σύγχρονες εξελίξεις της Τεχνητής Νοημοσύνης και κατά πόσο αυτές είναι ακόμη υπό τον έλεγχο του ανθρώπου δημιουργού, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται η απώλεια του ελέγχου αυτού.

Τροφή για πολλή σκέψη, όπως άλλωστε επιτυγχάνει η καλή λογοτεχνία. Με το ένα ή άλλο βιβλίο, περισσότερο ή λιγότερο καλό για τα γούστα μου, σίγουρα δεν έμεινα παραπονεμένος πέρσι. Το καλύτερο πάντως είναι πως φαίνεται να έχει αρχίσει να επηρεάζεται από τη φιλαναγνωσία και κάποιος άλλος στο σπίτι! Εντάξει, έχοντας Τα 88 Ντολμαδάκια του μεγάλου μας παραμυθά Ευγένιου Τριβιζά, ένα υπέρχοχο πολύκλωνο παραμύθι (που εμείς αποφασίζουμε πώς θα εξελιχθεί) δε θέλει και πολύ για να το ανοίξεις, να πέσεις με τα μούτρα και να αφεθείς στο ταξίδι. 
 
Να ευχηθώ, λοιπόν, στα ταξίδια που δε ζήσαμε ακόμη κι ανυπομονούμε να μας φέρει, μικροί και μεγάλοι, η νέα χρονιά!