Sunday, December 17, 2017

Μια έκθεση όλο αλληλεγγύη και αντίσταση

Λέγεται συχνά ότι οι σύγχρονοι θα πρέπει να διδάσκονται από το παρελθόν ούτως ώστε να μην επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη. Βλέποντας πόσο διαφορετικές είναι μεταξύ τους οι εποχές και οι άνθρωποι, ειλικρινά δεν ξέρω αν η ιστορία μπορεί να θεωρηθεί ως διδακτική. Αν πάντως υπάρχει η δυνατότητα να γίνουμε πιο σοφοί από το παρελθόν, αυτό δεν μπορεί να συμβεί παρά γνωρίζοντάς το με διάθεση κριτική, σε ένα πλαίσιο πιο συνολικό και μελετώντας πιο προσεκτικά τις περιστάσεις και τους δράστες. Όπως ακριβώς, δηλαδή, δε μας έμαθε το σχολείο, μιλώντας για το ελληνικό τουλάχιστον από το οποίο πέρασα. Όταν μάλιστα συμβαίνει το υπό εξέταση ιστορικό γεγονός να κείται στον εγγύς ιστορικό ορίζοντα έτσι που οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές να είναι ακόμη εν ζωή, τότε τι πιο πρόσφορο για το σκοπό αυτό από την άμεση επαφή μαζί τους; 

Το 2017 σηματοδότησε τα 50 χρόνια απ΄ όταν η χούντα των συνταγματαρχών κατέλαβε πραξικοπηματικά την εξουσία στην ταλαιπωρημένη από τους πολέμους μικρή χώρα του Νότου, ανοίγοντας έτσι ένα μαύρο κεφάλαιο της ιστορίας της. «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών»: μια μόνο φράση δηλωτική των πληγών που έμελλε να αφήσουν πίσω οι δικτάτορες και η Μεταπολίτευση παλεύει έκτοτε να επουλώσει. Όσο για τη λεγόμενη «γενιά της Μεταπολίτευσης» κατά γενικότερη ομολογία, στην καλύτερη περίπτωση, δε στάθηκε  στο ύψος των περιστάσεων, στη χειρότερη, βολεύτηκε προκλητικά!

Αν για κάτι πάντως φρόντισαν επιμελώς οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς, είναι για την υπερπροβολή του αντιδικτατορικού αγώνα τους. Κι ενώ μέχρι τώρα ήμουν συνηθισμένος με αρκετή καχυποψία σε σχετικές εκδηλώσεις πίσω στην πατρίδα, αυτή τη φορά ήρθε ένας γερμανικός φορέας με αφορμή τα 50χρονα για να αναδείξει τον αγώνα από το εξωτερικό, εκεί όπου σημειώθηκε με σημαντική στήριξη ένθερμων ντόπιων υποστηρικτών. Μια πολύ ενδιαφέρουσα, λοιπόν, έκθεση σχετικού υλικού εγκαινιάστηκε αυτή τη βδομάδα στους χώρους του συνδικάτου Gewerkschaftshaus München από το ίδρυμα Friedrich Ebert Stiftung με μια συζήτηση με επιλεγμένους ομιλητές. Ανάμεσά τους ένα αξιοσέβαστο μέλος της ελληνικής παροικίας Μονάχου, πρώην μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου και πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Αλλοδαπών της πόλης, ο κ. Θεόδωρος Γαβράς που έδωσε μια εικόνα της δράσης κατά της χούντας όπως την έζησε ο ίδιος ως συνδικαλισμένος εργάτης. 


Υλικό της έκθεσης όπως διακόσμησε και την εν λόγω πρόσκληση


Δε θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που συνάντησα έναν άνθρωπο ικανό να εμπνεύσει τόσο σεβασμό και ταυτόχρονα τόσο αφοπλιστικά απλό και προσιτό. Αν συγκράτησα πάντως κάτι περισσότερο ήταν μια κουβέντα του προς τους νέους ανθρώπους (σε ένα ακροατήριο όπου αυτοί ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα!), ότι η Δημοκρατία δε θα πρέπει ποτέ να λαμβάνεται δεδομένη και ότι και τότε ακόμη, παραμονές του πραξικοπήματος κανείς δε θα φανταζόταν μια τέτοια βίαιη καταστολή των ελευθεριών την επομένη. 


Οι συμμετέχοντες στη συζήτηση: (από αριστερά) η συγγραφέας και πρώην δημοσιογράφος της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας κ. Ελένη Τορόση, ο δησιογράφος κ. Γιώργος Παππάς, η πρώην βουλευτής του SPD Δρ. Sigrid Skarpelis-Sperk και ο πρώην δημοτικός σύμβουλος και πρόεδρος του Συμβουλίου Αλλοδαπών κ. Θεόδωρος Γαβράς 


Στο τέλος της συζήτησης και με τη συμβολή των υπολοίπων ομιλητών είχε γίνει σαφές ότι εκτός από λαμπρές εξαιρέσεις, όπως τον Παύλο Μπακογιάννη με το πρόγραμμά του στη Βαυαρική Ραδιοφωνία που με την ευρύτερη εκπομπή του μέσω του Deutsche Welle αποτελούσε μια από τις ελάχιστες μη ελεγχόμενες πηγές πληροφόρησης, δεν ήταν οι μεγάλοι πνευματικοί άνθρωποι που ‘καναν τη διαφορά εκεί τότε. Αυτό, βέβαια, μη ξεχνώντας ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ξενιτεμένων ήταν ούτως ή άλλως ανειδίκευτοι εργάτες (Gastarbeiter) που είχαν φτάσει στη Γερμανία τις προηγούμενες δεκαετίες. 

Και στο σημείο αυτό πώς να μην μπω στον πειρασμό να κάνω συγκρίσεις με το παρόν, όπου μια άλλου είδους κρίση οδήγησε σε ένα νέο κύμα μεταναστών, στην πλειοψηφία τους αυτή τη φορά σπουδαγμένων ανθρώπων; Ανθρώπων, όμως απ΄ ό,τι φαίνεται, των οποίων η αποστασιοποίησή από τα κοινά και απ΄ οτιδήποτε δεν εντάσσεται στη στενά ιδιοτελή σφαίρα, είναι πράγματι αξιοσημείωτη. Παρά το υψηλό υποτίθεται μορφωτικό επίπεδό τους. Κι όλη αυτή τη στάση έρχεται μάλιστα να ολοκληρώσει το γεγονός ότι εκ των πραγμάτων στερούνται από το εξωτερικό του δικαιώματος ψήφου πίσω στην πατρίδα. 

Μπορεί μεν να μην πρόκειται σήμερα για μια χούντα, ικανή να εμπνεύσει συλλογική δράση και αλληλεγγύη, αλλά αλήθεια, δικαιολογούν οι πολιτικοκοινωνικές καταστάσεις τέτοιο εφησυχασμό, αρκούμενοι στην επίτευξη ενός καλού βιοτικού επιπέδου ή στην επιδίωξη της καλοπέρασης στην αλλοδαπή; Τον καιρό της ανεξέλεγκτης εξουσίας των παγκόσμιων αγορών, του Τράμπ, του Brexit, της γενικευμένης συμπίεσης του κοινωνικού κράτους ή των υψηλών μετακινήσεων ανθρώπων σε αναζήτηση ασφάλειας ή καλύτερων προοπτικών, θα μπορούσα να βρω πολλούς λόγους για τους οποίους αξίζει να σκέφτεται και να δρα κανείς με αλληλεγγύη και υπευθυνότητα στο συλλογικό επίπεδο. Όσο για την ακλόνητη γερμανική οικονομία, την ικανή να υποσχεθεί αξιοζήλευτη ευημερία ακόμη και στους πρόσφατα ερχόμενους μετανάστες, ιδού τι είχε εύστοχα παρατηρήσει προ λίγου καιρού ο συντονιστής της συζήτησης, δημοσιογράφος Γιώργος Παππάς ενόψει των πρόσφατων πολιτικών εξελίξεων: 
«Δυόμιση μήνες μετά τις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου στη Γερμανία, η ισχυρότερη χώρα της ΕΕ παραμένει βυθισμένη σε βαθιά κυβερνητική κρίση. Άγνωστο παραμένει πότε και κυρίως ποια κυβέρνηση θα έχει το Βερολίνο την επόμενη τετραετία. Η ακροδεξιά «Έναλλακτική για τη Γερμανία» μετά την εκλογική της επιτυχία περιμένει και την ιστορική ευκαιρία να αναλάβει και την αξιωματική αντιπολίτευση στο Μπούντεσταγκ. Η Γερμανία, πυλώνας πολιτικής σταθερότητας στην ΕΕ, κινδυνεύει να εξελιχτεί στον πολιτικό ασθενή της Ευρώπης σε μία συγκυρία που η συμβολή του Βερολίνου είναι απαραίτητη για να μπει φρέσκος αέρας στο οικοδόμημα της ΕΕ από το παράθυρο που άνοιξε ο Εμανουέλ Μακρόν».