Τράπεζες: πυλώνες του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος, όπως συνηθίζεται να αποκαλούνται. Ως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αυτές αναλαμβάνουν το ρόλο της παροχής δανείων με κέρδος τους τόκους. Αυτονόητη είναι η ανάληψη του ρίσκου εκείνου, όταν ο δανειολήπτης δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, τα δανεικά χρήματα που έχει λάβει. Λανθασμένες εκτιμήσεις ή επισφαλής παροχή πιστώσεων με σκοπό την υπέρμετρη κερδοφορία από μέρους των τραπεζιτών οδηγούν αναπόφευκτα σε απώλειες, όπως φυσικά συμβαίνει σε κάθε άλλη επιχείρηση. Τόσο απλή η ιδέα κι όμως τα πράγματα φαίνεται να γίνονται διαφορετικά αντιληπτά σήμερα στην και για την Ελλάδα της κρίσης!
Προκειμένου να ανακάμψει η πάσχουσα ελληνική οικονομία, έχει χορηγηθεί στο κράτος οικονομική βοήθεια από τους δανειστές του (βλ. τρισκατάρατη τρόικα). Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος, ωστόσο, της βοήθειας αυτής έχει διοχετευτεί για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στην ελληνική επικράτεια. Ολοφάνερα στην πραγματική οικονομία έχουν εισρεύσει ελάχιστα απ΄ αυτά τα χρήματα. Η αγορά παραμένει σε κωματώδη κατάσταση, η ανεργία καλπάζει και οι άλλοτε οικονομικά συνεπείς πολίτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Κατά πόσο όμως έχει το ελληνικό δημόσιο το δικαίωμα να λειτουργεί έτσι δανειζόμενο εκ μέρους των τραπεζιτών, όταν το ίδιο και όλοι οι φορολογούμενοί του μαζί βυθίζονται ακόμη περισσότερο στη χρεοκοπία; Ακόμη και αν καλοπροαίρετα δεχτούμε ότι η ανάκαμψη της οικονομίας περνά μέσα από τη διάσωση των τραπεζών, υπό ποιους όρους θα πρέπει οι φορολογούμενοι να αναλάβουν το βάρος της διάσωσης των αμαρτωλών τραπεζών; Τα ερωτήματα αυτά θα πρέπει να απαντηθούν, την ώρα μάλιστα που η χρηματοδότηση που λαμβάνουν οι τράπεζες δε φαίνεται να είναι αρκετή ώστε να επιτελέσουν κανονικά την αποστολή τους, να παρέχουν δηλαδή στην αγορά ρευστότητα.
Το ελληνικό πολιτικό προσωπικό μπορεί βέβαια να έχει τους λόγους του να λειτουργεί κατ΄ αυτόν τον τρόπο, αν σκεφτεί κανείς τα υπέρογκα δανεικά που έχουν εισρεύσει τις τελευταίες δεκαετίες στα κομματικά ταμεία από τις τράπεζες και που σήμερα τα κόμματα είναι ανίκανα να αποπληρώσουν. Οι ευρωπαίοι εντούτοις δε θα έπρεπε επιτέλους να παύσουν να κάνουν τα στραβά μάτια και να αναζητήσουν μια πραγματική λύση; Στο σημείο αυτό πολύ ορθή, κατά τη γνώμη μου, ακούγεται η πρόταση οικονομολόγων όπως του Βαρουφάκη στην κατεύθυνση της διαχείρισης του τραπεζικού προβλήματος στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης και εξυγίανσης (βλ. εδώ). Για να γίνει πράξη μια θεωρητική ευρωπαϊκή ενοποίηση, μπορεί να υπάρχει και κάποιο τίμημα, κύριοι Ευρωπαίοι! Για να μην πω μόνο, αγαπητοί Γερμανοί εταίροι!